Θεσσαλονίκη και λογοτεχνία/Αναγνωστάκης

Από Βικιβιβλία


Η τοπιογραφία των ποιημάτων του Μανόλη Αναγνωστάκη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πόλη της Θεσσαλονίκης και με τα βιώματα του ποιητή. Στο έργο του συναντούμε τη γειτονιά που μεγάλωσε, τους δρόμους που περπάτησε, το λιμάνι και τα Λαδάδικα, αλλά και τους τόπους της προσωπικής του δοκιμασίας και περιπέτειας, όπως το στρατόπεδο Παύλου Μελά και το Γεντί Κουλέ.

Η πόλη της Θεσσαλονίκης[επεξεργασία]

Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.[επεξεργασία]

Στην οδό Αιγύπτου —πρώτη πάροδος δεξιά—

Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών

Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως

Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε από τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε

Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε

Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,

Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε

Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες∙

[…]

Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται η Τράπεζα Συναλλαγών

―εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι, αυτός συναλλάσσεται—

Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως

—εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν—

Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής

Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία, τις ωραίες εκκλησιές

Η Ελλάς των Ελλήνων.[1] 

«[Πέντε μικρά θέματα.] III»[επεξεργασία]

Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα 

Κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ

Νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή

Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά

[…][2]


Αρετσού (Καλαμαριά)[επεξεργασία]

«La fin du voyage»[επεξεργασία]

[...]

Ξαπλώναμε στην αμμουδιά της Αρετσούς ή στα παγκάκια του Διοικητηρίου

[...][3]


Διοικητήριο (Αγίου Δημητρίου)    [επεξεργασία]

«La fin du voyage»[επεξεργασία]

[...] 

Ξαπλώναμε στην αμμουδιά της Αρετσούς ή στα παγκάκια του Διοικητηρίου

[...][4]


Ροτόντα (Οδός Αρριανού)[επεξεργασία]

«Αισθηματικό διήγημα»[επεξεργασία]

[...]

Χωθήκαμε στην οδό Αρριανού κυνηγημένοι από τους πεταλάδες,

Φιλήσαμε τα ίδια κορίτσια, αλλάξαμε σύνθημα και παρασύνθημα

[...][5] 


Επταπύργιο (Γεντί Κουλέ )   [επεξεργασία]

Τοπίο[επεξεργασία]

Ερειπωμένοι τοίχοι. Εγκατάλειψη. 

Περασμένες μορφές κυκλοφορούνε αδιάφορα

Χρόνος παλιός χωρίς υπόσταση

Τίποτα πια δε θ’ αλλάξει δω μέσα.

[...]   [6]

Το πρωί…[επεξεργασία]

Το πρωί

Στις 5

Ο ξηρός

Μεταλλικός ήχος

Ύστερα από τα φορτωμένα καμιόνια

Που θρυμματίζουνε τις πόρτες του ύπνου.

Και το τελευταίο «αντίο» της παραμονής

Και οι τελευταίοι βηματισμοί στις υγρές πλάκες

[...][7]

Εδώ…[επεξεργασία]

Εδώ

Κάτω από την καρδιά μου

Καρφώθηκαν οι σφαίρες οι πρωινές

Μπήγονται ολοένα πιο βαθιά

Τώρα

[...][8]

[Βηματισμοί χωρίς σκοπό…][επεξεργασία]

Βηματισμοί χωρίς σκοπό στα χειμωνιάτικα προαύλια.

Χιλιάδες βήματα, χιλιάδες μέρες.[9]

[1937 Ακροναυπλία…][επεξεργασία]

1937 Ακροναυπλία. ’43 Παύλου Μελά. ’46 Αι-­‐Στράτης. ’48 Κέρκυρα, ’50 Γιούρα. ’53

Επταπύργιο. ’67 Λέρος.

Πάντα, ψηλά, σύντροφε Γιάννη, τη σημαία του Κόμματος![10]


Καμάρα[επεξεργασία]

Όχι από δω...[επεξεργασία]

[...] 

Πήγαμε τρεις φορές στο «Θερμαϊκόν» μου πλήρωσες το τραμ για την Καμάρα

Μα δε σε ξέρω. Από το δρόμο αυτό δεν πέρασες ποτέ σου

Δε διάβασες τα επισκεπτήρια και τις επιγραφές πάνω στους τοίχους

Όλες οι ξώπορτες κλειστές και το σεντούκι, μην ξεχνάς — μόλις νυχτώσει. 

Όχι δεν πιάνω το χέρι σου. Δε θα κλέψεις το σχήμα του δικού μου.[11] 


Λαδάδικα (Οδός Αιγύπτου)[επεξεργασία]

Ο Πόλεμος[επεξεργασία]

[...] 

Στην οδό Αιγύπτου (πρώτη πάροδος δεξιά) τα κορίτσια κοκαλιασμένα περιμένανε απ’ ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα. 

[...][12]

Όταν αποχαιρέτησα...[επεξεργασία]

 [...] 

Πώς να εξηγήσω πιο απλά τί ήταν ο Ηλίας

Η Κλαίρη, ο Ραούλ, η οδός Αιγύπτου

Η 3η Μαΐου, το τραμ 8, η «Αλκινόη»

Το σπίτι του Γιώργου, το αναρρωτήριο.

[...][13]

Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.[επεξεργασία]

 Στην οδό Αιγύπτου —πρώτη πάροδος δεξιά— 

Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών

Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως

[...][14]


Λαδάδικα (Οδός Κατούνη)[επεξεργασία]

[Μπήκανε στα γραφεία του Κόμματος…][επεξεργασία]

Μπήκανε στα γραφεία του Κόμματος, σπάσανε τις ντουλάπες και τα συρτάρια, σκίσαν τις φωτογραφίες, αναποδογύρισαν τα έπιπλα, βρίζοντας και βλαστημώντας.

Σε δυο κάρα στοιβάξαν ως απάνω τα χαρτιά και τα βιβλία και τα πήρανε.

Όπως οι ρόδες τραντάζονταν από τις λακούβες, στην οδό Κατούνη, γλιστρούσανε εδώ κι εκεί από το ξεχειλισμένο φορτίο, στο δρόμο το λασπωμένο, λογιστικά τετράδια και κομματικές ταυτότητες. [...][15]


Οδός Μελενίκου[επεξεργασία]

[Είχαμε ραντεβού…][επεξεργασία]

Είχαμε ραντεβού με τον Βαμβακά, στις εννιά παρά είκοσι, στην οδό Κωνσταντίνου Μελενίκου ― αυτός θ’ ανηφόριζε. Στις οχτώ και πέντε τον σκοτώσανε στη στάση Μισραχή,[Σημ. 1] την ώρα που έτρεχε να προλάβει το τραμ. [...][16]


Οδός Βασιλίσσης Όλγας[επεξεργασία]

[Είχαμε ραντεβού…][επεξεργασία]

Είχαμε ραντεβού με τον Βαμβακά, στις εννιά παρά είκοσι, στην οδό Κωνσταντίνου Μελενίκου ― αυτός θ’ ανηφόριζε. Στις οχτώ και πέντε τον σκοτώσανε στη στάση Μισραχή,[Σημ. 2] την ώρα που έτρεχε να προλάβει το τραμ. [...][17]


Στρατόπεδο Παύλου Μελά[επεξεργασία]

[1937 Ακροναυπλία…][επεξεργασία]

1937 Ακροναυπλία. ’43 Παύλου Μελά. ’46 Αι‐Στράτης. ’48 Κέρκυρα, ’50 Γιούρα. ’53 Επταπύργιο. ’67 Λέρος.

Πάντα, ψηλά, σύντροφε Γιάννη, τη σημαία του Κόμματος![18]


Σημειώσεις[επεξεργασία]

  1. Η στάση Μισραχή βρισκόταν στη σημερινή στάση Φλέμιγκ.
  2. Η στάση Μισραχή βρισκόταν στη σημερινή στάση Φλέμιγκ.

Παραπομπές[επεξεργασία]

  1. «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.» Ανήκει στη συλλογή Ο Στόχος (1970) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 162-163.
  2. «[Πέντε μικρά θέματα.] III» Ανήκει στη συλλογή Εποχές (1945) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 28.    
  3. «La fin du voyage», Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης. Η ζωή και το έργο του, Στιγμή, Αθήνα 1987, σ. 94.    
  4. «La fin du voyage», Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης. Η ζωή και το έργο του, Στιγμή, Αθήνα 1987, σ. 94.    
  5. «Αισθηματικό διήγημα». Ανήκει στη συλλογή Ο Στόχος (1970) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 171.    
  6. «Τοπίο». Ανήκει στην ενότητα «Παρενθέσεις» (1948- 1951) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 71.    
  7. «Το πρωί...». Ανήκει στη συλλογή Εποχές 3 (1951)= Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 95.    
  8. «Εδώ...». Ανήκει στη συλλογή Η Συνέχεια (1954) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 112.    
  9. Ανήκει στη συλλογή Το Περιθώριο ’68-’69, Στιγμή, Αθήνα 1985, σ. 18 & στη συλλογή ΥΓ., Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 23.    
  10. Ανήκει στη συλλογή Το Περιθώριο ’68-’69, Στιγμή, Αθήνα 1985, σ. 41.    
  11. «Όχι από δω...». Ανήκει στη συλλογή Εποχές 3 (1951) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 86.    
  12. «Ο Πόλεμος». Ανήκει στη συλλογή Εποχές (1945) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 35.    
  13. «Όταν αποχαιρέτησα...». Ανήκει στη συλλογή Η Συνέχεια 2 (1955)= Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 128.    
  14. «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.» Ανήκει στη συλλογή Ο Στόχος (1970) = Τα Ποιήματα 1941-1971, Νεφέλη, Αθήνα 4 2000, σ. 162.
  15. Ανήκει στη συλλογή Το Περιθώριο ’68-’69, Στιγμή, Αθήνα 1985, σ. 39.    
  16. Ανήκει στη συλλογή Το Περιθώριο ’68-’69, Στιγμή, Αθήνα 1985, σ. 37.    
  17. Ανήκει στη συλλογή Το Περιθώριο ’68-’69, Στιγμή, Αθήνα 1985, σ. 37.
  18. Ανήκει στη συλλογή Το Περιθώριο ’68-’69, Στιγμή, Αθήνα 1985, σ. 41.